Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Ερώτηση Ν. Τσούκαλη και Β. Οικονόμου για τις καταθέσεις Ελλήνων φορολογουμένων στο Λιχτενστάιν και στο Λουξεμβούργο

Έχουν περάσει πάνω από δύο χρόνια από τότε που το υπουργείο Οικονομικών έλαβε γνώση των στοιχείων που παρέδωσαν οι Γερμανικές Φορολογικές Αρχές, σχετικά με τις καταθέσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του Λιχτενστάιν από πρόσωπα που υπάγονται σε φορολογία στην Ελλάδα. 
Όπως είχε αναφέρει στις 26 Μαρτίου 2010, ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου, απαντώντας σε Ερώτηση του προέδρου της Δημοκρατικής Αριστεράς Φώτη Κουβέλη «τα εν λόγω στοιχεία παραλήφθηκαν με τη διαδικασία που συμφωνήθηκε με τις αρμόδιες Γερμανικές Φορολογικές Αρχές και έχουμε προβεί, ήδη, στις ενέργειες που προβλέπονται από το νόμο για τυχόν εντοπισμό διαφυγούσας φορολογητέας ύλης».
Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστή καμία ενέργεια για την συγκέντρωση των φόρων μέσω του εντοπισμού φοροφυγάδων.
Το ζήτημα επαναφέρουν στη Βουλή με ερώτησή του οι Κοινοβουλευτικοί Εκπρόσωποι της Δημοκρατικής Αριστεράς, Νίκος Τσούκαλης και Βασίλης Οικονόμου που ζητούν να πληροφορηθούν:
-Πόσα ήταν τα ονόματα που αναφέρονταν στη λίστα και πως χρησιμοποίησαν οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών (ΣΔΟΕ), τα στοιχεία που παρέλαβαν από τις Γερμανικές Φορολογικές Αρχές, για να εντοπιστούν τυχόν φοροφυγάδες;
-Που βρίσκονται σήμερα τα στοιχεία που παραδόθηκαν στο υπουργείο Οικονομικών ήδη από τον Μάρτιο του 2010, ποια ήταν η πορεία της αξιολόγησής τους και ποιο ήταν το αποτέλεσμά τους;
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Ερώτησης:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον Υπουργό Οικονομικών
ΘΕΜΑ: Καταθέσεις Ελλήνων φορολογουμένων στο Λιχτενστάιν και στο Λουξεμβούργο.
Σε Ερώτηση που είχε υποβληθεί στις 2 Μαρτίου 2010, από τον πρόεδρο της Δημοκρατικής Αριστεράς Φώτη Κουβέλη καλούνταν ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου να απαντήσει σε σειρά ερωτημάτων σχετικά:
-Με τις καταθέσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του Λίχτενσταϊν και του Λουξεμβούργου από πρόσωπα και εταιρείες που υπάγονται σε φορολογία στην Ελλάδα,
-Με τις κινήσεις που έκανε η κυβέρνηση της Γερμανίας για να εισπράξει τους φόρους από εισοδήματα που απέκρυβαν μέσω ιδρυμάτων στα οποία μετείχαν Γερμανοί πολίτες.
Στις 26 Μαρτίου 2010, ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου απάντησε μεταξύ άλλων ότι η αρμόδια υπηρεσία του Οικονομικών (Διεύθυνση Διεθνών Σχέσεων) «με έγγραφό της προς το αντίστοιχο Υπουργείο της Ο. Δ. της Γερμανίας, ζήτησε τα στοιχεία που περιήλθαν στις γερμανικές αρχές, σχετικά με τις καταθέσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του Λιχτενστάιν από πρόσωπα που υπάγονται σε φορολογία στην Ελλάδα. Τα εν λόγω στοιχεία παραλήφθηκαν με τη διαδικασία που συμφωνήθηκε με τις αρμόδιες Γερμανικές Φορολογικές Αρχές και έχουμε προβεί, ήδη, στις ενέργειες που προβλέπονται από το νόμο για τυχόν εντοπισμό διαφυγούσας φορολογητέας ύλης».
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ήδη από τον Μάρτιο του 2010 το Υπουργείο Οικονομικών είχε στην κατοχή του στοιχεία που αφορούσαν τις καταθέσεις που διατηρούσαν σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του Λιχτενστάιν φορολογούμενοι πολίτες στην Ελλάδα.
Με βάση τα παραπάνω,
Ερωτάται ο υπουργός Οικονομικών:
Πόσα ήταν τα ονόματα που αναφέρονταν στη λίστα και πως χρησιμοποίησαν οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών (ΣΔΟΕ), τα στοιχεία που παρέλαβαν από τις Γερμανικές Φορολογικές Αρχές, για να εντοπιστούν τυχόν φοροφυγάδες;
Που βρίσκονται σήμερα τα στοιχεία που παραδόθηκαν στο υπουργείο Οικονομικών ήδη από τον Μάρτιο του 2010, ποια ήταν η πορεία της αξιολόγησής τους και ποιο ήταν το αποτέλεσμά τους;

Ο ερωτώντες βουλευτές
Νίκος Τσούκαλης
Βασίλης Οικονόμου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.