Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

Ομιλία Γιώργου Παπανδρέου στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κινήματος

Αγαπητέ Πρόεδρε, Απόστολε Κακλαμάνη, αγαπητέ Πρόεδρε, Φίλιππε Πετσάλνικε, συνάδελφοι, συναδέλφισσες,
Έτυχε από την ιστορία, σε όλους εμάς, σε εμένα, σε εσάς, σε ολόκληρη την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, να πάρουμε πάνω μας, στις δικές μας πλάτες, την τύχη της χώρας για τις επόμενες γενιές.  Κανένας βουλευτής, κανένα κόμμα, καμία κυβέρνηση των τελευταίων τουλάχιστον δεκαετιών, δεν σήκωσε τόσο μεγάλο βάρος και ευθύνες. Κανένας βουλευτής, κανένα κόμμα, καμία κυβέρνηση των τελευταίων τουλάχιστον δεκαετιών, δεν είχε να δώσει τόσο δύσκολο, σύνθετο και πολυμέτωπο αγώνα, έναν καθημερινό πόλεμο για το δίκαιο του λαού, για την προοπτική του λαού. Και εμείς, δώσαμε όλοι μαζί μια μάχη πρώτα με την ίδια τη συνείδησή μας. Καμία πολιτική δύναμη των τελευταίων δεκαετιών, κανένας πολιτικός δεν αναμετρήθηκε τόσο, πρώτα απ’ όλα, με τον εαυτό του - και αυτό, μην το αγνοείτε, μην το υποτιμάτε, μην το ξεχάσετε ποτέ. Ο πόλεμος που κάναμε και κάνουμε είναι πολύ διαφορετικός από τους συμβατικούς, αλλά ήταν και είναι πόλεμος. Πόλεμος για να σώσουμε όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και για να διασώσουμε τον πολίτη και τα κοινωνικά του δικαιώματα από την πλήρη εξαφάνιση - το εννοώ, την πλήρη εξαφάνιση. Μην το ξεχάσετε, μην το ξεχάσουμε ποτέ.
Δεν είχαμε απέναντί μας ούτε τανκς, ούτε πυραύλους. Αν ήταν τόσο εμφανής ο εχθρός, θα ήταν και πιο εύκολος. Αλλά ήταν ένας πόλεμος πολυμέτωπος. Και σ’ αυτό τον πόλεμο, πολεμήσαμε μόνοι επί δύο χρόνια, ολομόναχοι, με μόνη στήριξη την ελπίδα και την κατανόηση του Ελληνικού λαού. Πολεμήσαμε με όλους απέναντί μας, γιατί εμείς δεν αντιπροσωπεύσαμε το σύστημα, εμείς δεν αντιπροσωπεύαμε τη συντήρηση, είτε της δεξιάς, είτε της αριστεράς.
Σπάσαμε ταμπού, δεν κάναμε μικροκομματική εκμετάλλευση του πόνου του Ελληνικού λαού, αλλά αναλάβαμε την ευθύνη που κανένας άλλος δεν τόλμησε να αναλάβει. Αυτή η στάση μας θα δικαιωθεί και ιστορικά, αλλά και αυτή η μάχη πρέπει να κερδηθεί και θα κερδηθεί.
Κάνουμε πόλεμο σε τρία μέτωπα: πρώτο μέτωπο οι αγορές, οι διεθνείς αγορές. Χάνει η Δύση, χάνει η Ευρώπη οικονομικά, αναδύεται η Ανατολή. Κερδισμένο, όμως, βγαίνει το διεθνές κεφάλαιο και, σήμερα, η τεράστια δύναμή του καθορίζει τύχες λαών και κρατών.
Και η Ελλάδα βρέθηκε πρώτη και, μετά, και άλλες χώρες βρέθηκαν αποκλεισμένες από τις αγορές, χωρίς δυνατότητα βιώσιμου δανεισμού, εξαρτημένες από τις βουλήσεις των αγορών. Αυτή ήταν η πρώτη μας μάχη, να προστατευτούμε, να αμυνθούμε από τις ορέξεις των αγορών.
Το δεύτερο μέτωπό μας ήταν να παλέψουμε με μια Ευρώπη με αργά και συντηρητικά αντανακλαστικά, μια συντηρητική Ευρώπη, ώστε να ορθώσει ένα τείχος προστασίας, να υποκαταστήσει τις αγορές με τις δικές της δυνάμεις, είτε με ευρωομόλογα ή έστω με έναν μηχανισμό στήριξης, και να δημιουργήσει ισχυρούς μηχανισμούς απέναντι στις ορέξεις των αγορών. Και με μάχη μέχρις εσχάτων, δημιουργήθηκε ένας μηχανισμός αλληλεγγύης.
Όμως, η μάχη στην Ευρώπη συνεχίζεται. Αργεί η συντηρητική Ευρώπη για τα ευρωομόλογα, αργεί να χτυπήσει τους φορολογικούς παραδείσους που κλέβουν χρήματα των λαών και να φορολογήσει τις τραπεζικές και χρηματιστηριακές συναλλαγές υπέρ του πολίτη, υπέρ της ανάπτυξης που είναι απαραίτητη. Ακόμα περισσότερο, η συντηρητική Ευρώπη έχει εγκλωβιστεί στη δική της αφήγηση, ότι το πρόβλημα είναι ελληνικό ή ότι το πρόβλημα είναι πορτογαλικό, ισπανικό, ιταλικό. Η συντήρηση διαιρεί τους λαούς, αντί να τους ενώνει.
Αυτή την Ευρώπη καλούμαστε εμείς, οι προοδευτικοί, να αλλάξουμε δίνοντας μάχη. Να προστατεύσουμε τα κοινωνικά δικαιώματα και τη συνοχή, αυτονόητες αξίες σε μια προοδευτική Ευρώπη, τις οποίες σήμερα η συντηρητική Ευρώπη καταστρατηγεί.
Να πάμε σε μια ενοποιημένη οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση, όχι απλά σε κοινά λογιστικά πρότυπα, όπως γίνεται σήμερα. Να εγγυηθούμε τις δημοκρατικές διαδικασίες στην Ευρώπη, στην σημερινή Ευρώπη της συντήρησης και του δημοκρατικού ελλείμματος.
Και οι φωνές πια, σε ολόκληρη την Ευρώπη, που ζητούν αυτό τον μετασχηματισμό, πολλαπλασιάζονται, όπως έγινε πρόσφατα με τον Αντιπρόεδρο του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, τον κ. Φέρντιναν Γκίλσοφ, που τάσσεται υπέρ της ανάγκης για άμεση Δημοκρατία στην Ευρώπη, για συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων μέσω δημοψηφισμάτων. Το ίδιο με την Αρχηγό των Πρασίνων Κλόντια Ροτ, ή ακόμα και με την Υπουργό Δικαιοσύνης της Γερμανίας, Ζαμπίνε Λοιτχόΐζερ.
Αγαπητοί συνάδελφοι, όσοι θίγονται από τις ύβρεις στο διεθνή Τύπο, τις ρατσιστικές αναφορές και τις υποτιμητικές νουθεσίες εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν δίκιο.
Όσοι θέλουν να φύγουμε από την εξάρτηση των ισχυρών κρατών, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των διεθνών αγορών, έχουν δίκιο.
Όσοι θέλουν να σταθούμε περήφανα όρθιοι απέναντι σε προσβολές και εξαρτήσεις, έχουν απόλυτο δίκιο. Αυτή είναι η σωστή, πατριωτική και ελληνική στάση. Είναι η στάση του ΠΑΣΟΚ. Αυτή είναι η δική μου στάση. Είναι ένα μεγάλο «όχι».
Όμως, το «όχι», συνάδελφοι, πού απευθύνεται; Σε ποιους πρέπει να το πούμε; Ποιος είναι ο εχθρός; Ποια είναι η αιτία της εξάρτησης; Πώς θα απεξαρτηθούμε;

Αγαπητοί συνάδελφοι, η εξάρτηση αφορά εμάς, τη χώρα μας, τις δικές μας αδυναμίες, τους θεσμούς, πρακτικές και αντιλήψεις. Τα κατεστημένα μας. Εκεί λέμε «όχι». Και καμία συγκέντρωση σε κάποια πλατεία δεν αρκεί για να φύγουμε από αυτή την εξάρτηση.
Γιατί το τρίτο μέτωπο, στο οποίο δίνουμε μάχη, είναι όλο δικό μας. Είναι το ελληνικό μέτωπο. Το μέτωπο απέναντι στις δικές μας αδυναμίες. Γιατί, πραγματικά, συνάδελφοι, τι νομίζετε; Η Ελλάδα, γιατί έγινε στόχος; Μήπως ήταν διεθνής συνωμοσία, όπως κάποιοι διατείνονται; Μήπως κάποιοι κατακτητές εισέβαλαν στη χώρα, μήπως αλώθηκε η πόλη από τους «βαρβάρους»; Τότε, εύκολα έχουμε τη λύση. Να πετάξουμε έξω τους συνωμότες. Να πάρουμε τα όπλα ενάντια στους βαρβάρους. Να πούμε το «όχι» και να ρίξουμε τους κατακτητές μας στη θάλασσα.
Αλλά ποιος είναι ο πραγματικός εχθρός; Ποιο το πραγματικό διακύβευμα; Ο αδύναμος κρίκος, αγαπητοί συνάδελφοι, ήταν στον κόρφο μας. Το ίδιο μας το σύστημα. Γιατί, όμως;
Έφταιξε η Κυβέρνησή μας, όπως διατείνεται η Νέα Δημοκρατία; Απέτυχε το δικό μας πρόγραμμα; Όχι, αγαπητοί συνάδελφοι. Φταίει η δική μας Κυβέρνηση, του 2009, για την επικίνδυνη για τη χώρα εξάρτηση; Για το παγκόσμιο ρεκόρ χρέους; Μήπως για τις πελατειακές σχέσεις; Για την εξάρτηση του νέου από τον κάθε κομματάρχη; Εμείς φταίμε για την υπέρογκη κομματική σπατάλη στο Δημόσιο; Ή μήπως εμείς οργανώσαμε το σύστημα διαφθοράς και αεριτζίδικης οικονομίας στις πλάτες του δημόσιου συμφέροντος;
Δικό μας ήταν το αναπτυξιακό πρότυπο της κρατικοδίαιτης και αντιπαραγωγικής οικονομίας; Ή μήπως εμείς, η Κυβέρνηση του 2009, καλλιεργήσαμε την οικονομία των μεσαζόντων, την παρασιτική οικονομική δραστηριότητα στη χώρα; Μια χώρα, που δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί, ούτε να επιβιώσει χωρίς δανεικά;
Εμείς είπαμε από την αρχή «όχι» στην εξάρτηση. Συγκρουστήκαμε. Απλά, έπρεπε να συγκρουστούμε ακόμα πιο γρήγορα και ακόμα πιο δυναμικά. Αλλά συγκρουστήκαμε. Και το πληρώνουμε. Γιατί, σε πολλούς, αυτό δεν αρέσει. Δεν το θέλουν, δεν το μπορούν. Δεν μπορούν να φανταστούν ότι υπάρχει πολιτική παράταξη, που θα τα έβαζε με αυτό το παρασιτικό σύστημα. Το κάναμε. Στα δύο χρόνια, αυτό κάναμε, απέναντι σε αυτούς που θέλησαν να συνεχίσουν να νέμονται κάθε είδους εξουσία και προνόμια στη χώρα, σε βάρος του πολίτη, σε βάρος του συλλογικού δημόσιου συμφέροντος. Από το μεγάλο φοροφυγά, μέχρι το λαθρεμπόριο του πετρελαίου και το τραπεζικό ή μιντιακό κατεστημένο.
Εμείς είπαμε από την αρχή «όχι» σε αυτή την εξάρτηση και αιχμαλωσία. Είναι ένας πόλεμος εναντίον όσων οδήγησαν τη χώρα εδώ. Και πρέπει και αυτή τη μάχη να την κερδίσουμε. Είναι ακριβώς αυτοί, πολλοί εκπρόσωποι της παρασιτικής οικονομίας που, σήμερα, έχοντας βγάλει τα λεφτά τους στο εξωτερικό, περιμένουν πώς και πώς να βγούμε από το ευρώ, να πάμε σε μια υποτιμημένη δραχμή και να έρθουν να τα αγοράσουν όλα «κοψοχρονιά», χτίζοντας δυναστείες και ελέγχοντας τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου και του πολιτικού συστήματος, της Δημοκρατίας μας.
Αυτός είναι ο δικός μας, ελληνικός εσωτερικός πόλεμος. Είναι πόλεμος, για να μπορέσει η χώρα να ορθοποδήσει, εμπεδώνοντας την ισονομία, την ισότητα, την κοινωνία Δικαίου, την χρηστή και παραγωγική αξιοποίηση του δημόσιου πλούτου, προστατεύοντας δικαιώματα, αφαιρώντας προνόμια, καλλιεργώντας ό,τι καλύτερο, ό,τι πιο ποιοτικό έχει η Ελλάδα: τον άνθρωπο, τον πολιτισμό, το περιβάλλον, την παραγωγική και δημιουργική Ελλάδα.
Αυτή τη δύσκολη και επίπονη μάχη, την ξεκινήσαμε εμείς αυτά τα δύο χρόνια και πρέπει ιστορικά να κερδηθεί. Ταυτόχρονα, μαζί με τον αγώνα που κάναμε για να εξασφαλίσουμε στήριξη και χρηματοδότηση για την πατρίδα, κάναμε την αρχή και για μια άλλη Ελλάδα.
Αναλαμβάνω, αγαπητοί συνάδελφοι, την ευθύνη, ακόμα και για το γεγονός ότι δεν μπόρεσα σε δύο χρόνια να διορθώσω προβλήματα δεκαετιών. Αναλαμβάνω την ευθύνη για πολλές καθυστερήσεις και υστερήσεις. Όμως, κάναμε μια αρχή παντού. Με πράγματα που δεν είχε τολμήσει να κάνει ποτέ κανείς. Προς τη σωστή κατεύθυνση, σε κάθε τομέα.
Μια αρχή, που αν είχε γίνει έστω και λίγα χρόνια πριν, δεν θα χρειαζόμαστε ποτέ μνημόνια. Η διετία μας ήταν το πρόβλημα; Ήταν η αρχή της λύσης του προβλήματος, ατελής, καθυστερημένη, αλλά η αρχή. Και δεν δέχομαι, αντί να καταγγέλλονται οι πραγματικοί εμπρηστές της Ελλάδας, να κατηγορούμαστε εμείς, ότι δεν σβήσαμε σωστά και όσο γρήγορα έπρεπε τη φωτιά.
Αγαπητοί συνάδελφοι, οι εταίροι μας λένε το εξής: εμείς είμαστε έτοιμοι να καλύψουμε το μεγάλο πρόβλημα του παρελθόντος σας, το μεγάλο βάρος των χρεών σας. Έχουμε κι εμείς ευθύνη, λένε οι εταίροι μας, αν και δεν το βροντοφωνάζουμε, που δεν ελέγξαμε τα οικονομικά των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Και δίνουμε γι’ αυτό το σκοπό ένα πρόγραμμα δανειοδότησης, 240 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το μεγαλύτερο -το τονίζω αυτό- στην ιστορία της ανθρωπότητας. Και με ευνοϊκότατους όρους, πολύ καλύτερους από αυτούς που έχουν οι περισσότεροι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίοι και μας δανείζουν. «Σας διαγράφουμε, επίσης», μας λένε, «και 100 δισεκατομμύρια από το σύνολο του χρέους σας».
Ούτε η φτωχή Αφρική και η Λατινική Αμερική δεν είχαν, όλοι μαζί, τέτοια μεταχείριση. «Δική σας μέριμνα», λένε, «είναι να μην δημιουργήσετε νέο χρέος από εδώ και πέρα, να ξοδεύετε μόνο όσα βγάζετε. Όχι νέα δανεικά. Δηλαδή, να κόψετε τα ελλείμματά σας και γρήγορα».
Μακάρι, συνάδελφοι, να είχαμε περισσότερο χρόνο. Αλλά αυτό αφορά στις ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων, που δανείζονταν φορτώνοντας χρέη στις πλάτες του Ελληνικού λαού. Και γι’ αυτά, βεβαίως, προτείναμε οι ίδιοι τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, γιατί εμείς λέμε «φως σε όλα».
Εμείς, όμως, κάναμε την αρχή και στο πραγματικό νοικοκύρεμα. Μειώσαμε συνολικά κατά 8 μονάδες το πρωτογενές έλλειμμα της χώρας μέσα σε δύο χρόνια. Πρωτοφανής η προσαρμογή, τεράστια η προσπάθεια, μεγάλες οι θυσίες.
Αγαπητοί συνάδελφοι, σε αυτά τα τρία μέτωπα, δίνουμε μάχες και αξιοποιούμε τα πολεμοφόδια που βρήκαμε. Και στον πόλεμο αυτό, τα πολεμοφόδια ήταν από την αρχή ισχνά και πενιχρά.
Αυτά είχαμε στα χέρια μας, δυστυχώς. Και ήταν λεηλατημένα από την αδιαφάνεια, από την αδικία, από την ανισότητα, από τη σπατάλη, τη διαφθορά, τις μίζες. Ένα κράτος τεράστιο, άκαμπτο, γραφειοκρατικό, αδιαφανές, χωρίς σοβαρούς θεσμούς, χωρίς απλές διαδικασίες.
Αποφορτώνουμε την πατρίδα από τα βάρη. Δεν της φορτώνουμε βάρη, αλλά το βάρος της μετάβασης, το κουβαλά - και πολλές φορές, άδικα - ο πολίτης, που μικρή ευθύνη είχε. Αλλά με αυτά τα εργαλεία παλέψαμε. Μακάρι να είχαμε το χρόνο να αλλάξουμε, πριν μας χτυπήσει η κρίση.
Η ιστορία και, κυρίως, η προηγούμενη κυβέρνηση δεν μας έδωσε αυτή την ευκαιρία. Αλλά μην χάσουμε τον πόλεμο, επειδή η μετάβαση είναι δύσκολη. Μην λυγίσουμε τώρα. Μιλάω για όλες εκείνες τις μεγάλες αλλαγές που πρέπει να γίνουν, ώστε να απαλλαγεί η Ελλάδα από τα αίτια της κρίσης. Όχι απλά από τα συμπτώματα, που τα ζούμε στο πετσί μας. Μιλάω για όλες εκείνες τις αλλαγές, που θα μας οδηγήσουν μακριά από κάθε είδους εξάρτηση. Περήφανους, παραγωγικούς, δημιουργικούς.
Αγαπητοί συνάδελφοι, στο πρώτο μνημόνιο, εγώ, εσείς, όλοι μας, ήμασταν ουσιαστικά μόνοι. Μόνοι τραβάγαμε το κάρο. Οι περισσότεροι εδώ, μέσα στο Κοινοβούλιο, από τα άλλα κόμματα, μας κατήγγειλαν, μας λοιδορούσαν, μας έβριζαν. Τώρα, πολλοί από αυτούς που μας κατήγγειλαν και μας λοιδορούσαν, συμφωνούν και στο δεύτερο μνημόνιο και υιοθετούν και το πρώτο. Μακάρι να το είχαν κάνει από την αρχή. Μακάρι από τότε να είχαμε συγκροτήσει κοινή γραμμή εθνικής συνεννόησης και συνευθύνης.
Δεν το έκαναν. Γελούσαν όταν λέγαμε ότι παίρνουμε δύσκολα μέτρα, για να αποτρέψουμε τα χειρότερα για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Τώρα, λένε τα ίδια. Τώρα, λένε αυτά ακριβώς που απέρριπταν. Προσυπογράφουν αυτά που κατηγορούσαν.
Δεν πειράζει, όμως, δεν είναι τώρα η ώρα γι΄ αυτά. Θα έχουμε όλοι μας την ευκαιρία να τα πούμε, όταν προκύψει το θέμα των εκλογών. Τώρα, είναι η ώρα της υπευθυνότητας για όλους μας απέναντι στην πατρίδα.
Η συνταγή του πρώτου και του δεύτερου προγράμματος δεν είναι σωστή ή λάθος, είναι η μόνη διαθέσιμη για την Ελλάδα και, μάλιστα, μέσα σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες. Και αυτό το πρόγραμμα, προσπαθήσαμε με σκληρή διαπραγμάτευση να το βελτιώσουμε. Και το κάναμε, χωρίς κομπορρημοσύνες, χωρίς ατάκες για την κάμερα, χωρίς παλαιομοδίτικα και θεατρικά διαγγέλματα προεκλογικής υφής, αλλά με συναίσθηση της ευθύνης και της κατανόησης των πραγματικών προβλημάτων και διακυβευμάτων.
Αυτό προσπάθησαν να κάνουν και τώρα, με σκληρή διαπραγμάτευση, ο Πρωθυπουργός, Λουκάς Παπαδήμος, ο Αντιπρόεδρος, ο Υπουργός Εργασίας, αλλά και οι άλλοι Υπουργοί, με τη στήριξή μας. Και όσοι μιλούν για λάθος συνταγές, να σταματήσουν επιτέλους να υποκρίνονται και να κοιτάξουν την περίοδο πριν το 2010. Τότε έγινε το κακό.
Είναι αλήθεια ότι και εγώ, πολλές φορές, πίστεψα πως οι θυσίες, οι θυσίες που ζητήσαμε και έκαναν οι Έλληνες, αρκούν. Ότι δεν θα χρειαστούν άλλες. Μέχρι τον Μάρτιο του 2011 - θυμηθείτε - πηγαίναμε καλά. Είχε ήδη, όμως, υπονομευτεί η πορεία μας από τον Οκτώβριο του 2010, όταν η γαλλογερμανική πρωτοβουλία της Deauville τίναξε τα πάντα στον αέρα και βύθισε ξανά την Ευρώπη στη χρηματοπιστωτική ανασφάλεια. Άνοιξε ξανά τις ορέξεις ή τους φόβους των αγορών.
Αμέσως μετά, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία αναγκάστηκαν και εντάχθηκαν στο μηχανισμό στήριξης. Τα σενάρια χρεοκοπίας της Ελλάδας επανήλθαν δριμύτερα, απομακρύνθηκε το ενδεχόμενο να βγούμε στις αγορές το 2011.
Τι σημαίνει, όμως, το να βγούμε στις αγορές; Τι θέλαμε να κάνουμε το 2011; Το να βγούμε στις αγορές, σημαίνει ότι δεν θα είχαμε τους ασφυκτικούς όρους δανειοδότησης από την τρόικα. Ότι θα μπορούσαμε, πιο ελεύθερα και σταδιακά, να κάνουμε τις προσαρμογές. Ότι θα δημιουργούσαμε κλίμα εμπιστοσύνης, επενδύσεις, ανάπτυξη, δουλειές.
Αυτή ήταν η θετική μας πορεία, το πρώτο έτος. Δεν έφταιξε, αγαπητοί συνάδελφοι, η φόρμουλα. Διεθνή δημοσιεύματα, προ Deauville, όπως των «Financial Times», έγραφαν: «αυξάνεται η εμπιστοσύνη ότι η Αθήνα θα μπορέσει να αλλάξει την πορεία της οικονομίας».
Μετά την Deauville, όπου οι Γαλλογερμανοί είπαν στους δανειστές μας ότι, στο μέλλον, αυτοί θα πληρώσουν εάν υπάρξει χρεοκοπία, τα spreads μας ανέβηκαν αστρονομικά, το κλίμα χειροτέρευσε δραματικά. Τα νούμερα άρχισαν να μην βγαίνουν και η ανάγκη νέου πακέτου στήριξης φάνηκε στον ορίζοντα. Και αυτό συζητάμε μέχρι και σήμερα. Και γι' αυτό ακριβώς είχα προειδοποιήσει την κυρία Μέρκελ, και δημοσίως, και σε προσωπικό επίπεδο ότι, με την απόφαση αυτή, δεν θα βγούμε εμείς, οι Έλληνες, ποτέ στις αγορές και θα μας δανείζει για τα επόμενα 10 χρόνια. Και αυτό ουσιαστικά έγινε.
Νέες θυσίες απαιτήθηκαν, αλλά τουλάχιστον με μία θετική εξέλιξη: το «κούρεμα» του χρέους μας κατά 100 δις ευρώ. Και σήμερα, πρέπει να εξασφαλίσουμε αυτό το «κούρεμα» για το μέλλον, αλλά και για το παρόν της χώρας. Έχουμε ιστορικό χρέος να συνεχίσουμε εμείς, το ΠΑΣΟΚ, τις προσπάθειες για να αλλάξουμε τη χώρα. Κανένας άλλος δεν τόλμησε. Μόνο εμείς τολμήσαμε, έχοντας τους πάντες απέναντί μας, να μας πολεμούν.
Εγκαταλείποντας όμως την προσπάθεια, εγκαταλείπουμε και ολόκληρο τον αγώνα. Εγκαταλείπουμε, τελικά, τον Έλληνα. Χάνονται οι θυσίες του. Και τον αφήνουμε στο έλεος των άγριων ανέμων της χρεοκοπίας.
Εγκαταλείπουμε κάθε ελπίδα να ορθοποδήσει η χώρα. Εγκαταλείπουμε κάθε δυνατότητα, κάποια στιγμή, να διορθώσουμε τις αδικίες - και θα το κάνουμε, εμείς, το ΠΑΣΟΚ, όχι η δεξιά - να αποκαταστήσουμε τους χαμηλοσυνταξιούχους.
Και δύο χρόνια τώρα, όλοι μας βρισκόμαστε συνεχώς μπροστά σε ένα υπαρξιακό δίλημμα: να θυσιάσουμε πολλά, για να μην χάσουμε τα πάντα. Και έχουμε να επιλέξουμε: τις μάχες αυτές, θα τις δώσουμε; Πού και πώς θα τις δώσουμε και με ποιους όρους;
Να συνεχίσουμε με τη βοήθεια της Ευρώπης ή χωρίς αυτήν; Να αξιοποιήσουμε τη βοήθεια της Ευρώπης, για να αλλάξει η Ελλάδα πιο γρήγορα, ή να βγούμε στους δρόμους και να κρύψουμε τα κεφάλια μας στην άμμο, δηλαδή να περάσουμε από μια πορεία μεγάλης και ευρύτατης φτώχειας, μεγαλύτερης εξάρτησης και εύκολης λείας σε κάθε κερδοσκόπο, με αβέβαιο τέλος; Ή συνεχίζουμε ριζοσπαστικά - και αυτό το εννοώ, ριζοσπαστικά - ή αποδεχόμαστε τη μοίρα μας και λέμε «δεν αντέχουμε».
Ή παίρνουμε πάνω μας την υπόθεση και αλλάζουμε τη μοίρα μας, ή αφήνουμε τις δυνάμεις της μισαλλοδοξίας, του ρατσισμού, του αδιεξόδου, της συντήρησης, του «ωχαδερφισμού», της άρνησης, της ειρήνης του ψέματος και του βολέματος, του παρακμιακού συστήματος, να επιβιώσουν σε αυτή την αναμπουμπούλα, να κυριαρχήσουν στη Δημοκρατία μας και να ψάχνουμε για νέους σωτήρες αριστερά και δεξιά, ενώ είμαστε εμείς, είναι ο ίδιος ο Ελληνικός λαός η μόνη σωτηρία. Αρκεί να το πάρουμε εμείς απόφαση. Και αυτό το λόγο, πρέπει να αρθρώσει και τον αρθρώνει το Κίνημά μας, το ΠΑΣΟΚ. Διότι εκεί ήταν, είναι και θα είναι πάντα η δύναμή μας.
Ας μιλήσουμε με ειλικρίνεια, ας πούμε ειλικρινά στους Έλληνες τι εστί χρεοκοπία, δηλαδή, τι εστί απόρριψη του προγράμματος για τη χώρα.
Ο Πρωθυπουργός χθες, στο Υπουργικό Συμβούλιο, το έθεσε με τον πλέον σαφή τρόπο - δεν τα λέω εγώ, τα λέει ο Πρωθυπουργός, που επελέγη στο Κοινοβούλιο από μια τεράστια πλειοψηφία - δίνοντας την απάντηση, που κι εγώ διαχρονικά δίνω, σε όλους όσοι, είτε από σκοπιμότητα, είτε από ελαφρότητα, λένε στον κόσμο: «από ένα τέτοιο οικονομικό πρόγραμμα, που περιλαμβάνει επώδυνα μέτρα, προτιμότερη είναι η χρεοκοπία. Μα, εκεί έχουμε φτάσει. Ήδη, έχουμε φτάσει στη χρεοκοπία». Έτσι είναι;

Μιλάμε για χάος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Μιλάμε για τις πιο επικίνδυνες και επώδυνες συνέπειες για τη χώρα και, κυρίως, για όσους δεν έχουν χρήματα, δεν έχουν δουλειά, για όσους συμπολίτες μας αποτελούν τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα. Ναι, πονάνε σήμερα. Αλλά τους προστατεύουμε από μια πολύ χειρότερη μοίρα.
Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να επικρατήσει ένας λαϊκισμός, που κρύβει αυτές τις συνέπειες, αυτές τις αλήθειες που θα ζήσει η χώρα, αν σήμερα δεν σταθούμε εμείς, όλοι μας, στο ύψος των περιστάσεων.
Θα δούμε πλήρη αδυναμία να πληρώσει το κράτος μισθούς και συντάξεις. Όχι μικρές συντάξεις, όχι περιορισμένες συντάξεις. Καμία σύνταξη και κανένα ποσό δεν θα μπορεί να πληρωθεί, την επόμενη μέρα.
Αδυναμία να χρηματοδοτηθούν οι πλέον αναγκαίες υποδομές: σχολεία, νοσοκομεία, δρόμοι. Και βέβαια, αν ξεμείνουμε από χρηματοδότηση, οι περικοπές που θα γίνουν μετά, θα είναι πολύ σφοδρότερες από τις σημερινές. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι και η περιορισμένη οικονομική δραστηριότητα θα σημάνει και μείωση εσόδων από τη φορολογία.
Επίσης, η χρεοκοπία σημαίνει αδυναμία εισαγωγής στη χώρα βασικών αγαθών: φάρμακα, πετρέλαιο, κρέας - οτιδήποτε, δυστυχώς, σήμερα δεν παράγουμε εμείς και το φέρνουμε απ' έξω.
Σημαίνει κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων, πανικό και κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος.
Αν αυτό δεν είναι καταστροφή, πέστε μου τι είναι.
Αυτό θα ζήσουμε, αν σήμερα δεν τολμήσουμε και δεν αναλάβουμε, ναι εμείς, τις ευθύνες μας, όπως έχουμε κάνει τόσο καιρό.
Το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, στην περίπτωση μιας άτακτης χρεοκοπίας, θα κατέρρεε κυριολεκτικά και οι συνέπειες θα ήταν εντελώς, μα εντελώς ανεξέλεγκτες. Και βέβαια, η Ελλάδα αργά ή γρήγορα θα οδηγούνταν εκτός ευρώ, απομονωμένη, όμως, ταπεινωμένη, ανίκανη να βρει συμμάχους στην προσπάθεια να αναπτυχθεί, να καταπολεμήσει την ανεργία και τη φτώχεια.
Αλλά σκεφτείτε και τι σημαίνει αυτό για μια χώρα, σε αυτή τη γεωπολιτική περιοχή, όπως είναι η Ελλάδα. Τι σημαίνει για την ασφάλειά μας, τι σημαίνει για τα εθνικά μας θέματα, τι σημαίνει για τη διαπραγματευτική μας ικανότητα.
Θα γίνουμε, δηλαδή, πιο ανεξάρτητοι με μια τέτοια χρεοκοπία; Ή θα εξαρτώμαστε από τον κάθε μεγαλοσχήμονα παράγοντα και από τα διεθνή hedge funds, που θα εξαγόρασαν την Ελλάδα έναντι πινακίου φακής;
Το ερώτημα που τίθεται, βέβαια, και έχει τεθεί τόσες φορές σε εμάς, είναι: μπορούμε; Μπορεί η Ελλάδα; Ναι, δύσκολα, με θυσίες, με κόπο, αλλά μπορεί. Το νέο πρόγραμμα είναι δύσκολο, είναι σκληρό. Όμως, είναι ένας δρόμος εφικτός και η μόνη μας ελπίδα να μην ζήσουμε απείρως σκληρότερες, ακραίες θα έλεγα, καταστάσεις.
Τώρα είναι η ώρα της υπευθυνότητας. Πρέπει να συνεχίσουμε να κρατάμε τη χώρα όρθια, στις δικές μας πλάτες, όπως κάναμε το 2010, όπως κάναμε το 2011. Έτσι και τώρα, το 2012.
Κάναμε πολύ δρόμο, για να γυρίσουμε πίσω τώρα. Φτάσαμε κοντά στην πηγή και πρέπει η χώρα να πιει νερό. Να εξασφαλίσει 130 δις ακόμα, για την ομαλή χρηματοδότησή της τα επόμενα χρόνια. Να διαγράψει περίπου 100 δις από το χρέος της, γεγονός που θα μειώσει άμεσα τα λεφτά που δίνουμε ως χώρα σε τόκους και θα ελαφρύνει άμεσα το βάρος για τον Ελληνικό λαό. Και τα λεφτά αυτά, θα πέσουν στην αγορά, θα δημιουργήσουν μια πρώτη ρευστότητα.
Μιλάμε για 130 δις χρηματοδότηση, για 100 δις διαγραφή χρέους. Μιλάμε για ασύλληπτα ποσά. Το μεγαλύτερο στην ιστορία πακέτο δανειοδότησης και ρύθμισης χρέους χώρας, στον πλανήτη μας. Χωρίς να ζήσουμε, μάλιστα, θλιβερά γεγονότα τύπου Αργεντινής. Και είμαστε τόσο κοντά, φτάσαμε στην πηγή.
Πρέπει, το ξαναλέω, η χώρα να πιει νερό, για να μπορέσει να συνεχίσει το δύσκολο ναι, επίπονο, ανηφορικό δρόμο της αλλαγής. Και μαζί, να δώσουμε και στη χώρα μας προοπτική, όπως πρότεινα και προσωπικά στον Πρωθυπουργό, στη συνάντηση των Αρχηγών. Να ρίξουμε μεγάλο μέρος των κοινοτικών κονδυλίων, για να στηρίξουμε τους εργαζόμενους με τον κατώτατο μισθό, μέσω επιδότησής τους. Ναι, να δούμε τα διάφορα απαραίτητα ισοδύναμα, κοινωνικά δίκαια και αναπτυξιακά, για τον Ελληνικό λαό, αφού η συντηρητική Ευρώπη δεν αποδέχεται τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Όπως επίσης, να παλέψουμε για το λεγόμενο «μικρό Σχέδιο Μάρσαλ», για την τόνωση της ανάπτυξης παντού. Και μπορούμε.
Αγαπητοί συνάδελφοι, ξέρετε καλά ότι σήκωσα επί δύο χρόνια, ως Πρωθυπουργός – όπως και εσείς κάνατε - έναν σταυρό που δεν μου αναλογούσε. Δεν μας αναλογούσε. Το τίμημα ήταν βαρύ, τεράστιο. Το ανέλαβα, όμως, και μου στοίχισε προσωπικά, έχασα φιλίες, στοίχισε και στην οικογένειά μου. Αποφάσισα να θυσιάσω οικειοθελώς ακόμα και το πρωθυπουργικό αξίωμα. Να αποδείξω ότι δεν πιστεύω στην εξουσία για την εξουσία. Αλλά στην υπηρεσία για το κοινό συμφέρον. Με έβρισαν - και ξέρω ότι πολλοί από εσάς έχετε περάσει τα ίδια - όπως δεν έχουν βρίσει κανέναν πολιτικό σε αυτή τη χώρα. Με λοιδόρησαν, με απείλησαν με «Γουδί», με είπαν «προδότη και δοσίλογο». Και τι δεν είπαν και τι δεν άκουσα!
Αγνόησα την αθλιότητα. Αγνόησα το πολιτικό κόστος. Τα αγνόησα όλα αυτά. Γιατί ξέρω ότι έχουμε δίκιο. Γιατί το «όχι», ξέρω να το λέω, αλλά στους πραγματικούς εχθρούς, στα πραγματικά αίτια, στις πραγματικές εξαρτήσεις.
Ξέρω πως ό,τι κι αν τράβηξα, ό,τι κι αν τραβήξαμε, είναι ένα τίποτα μπροστά σε αυτά που θα τραβήξει ο λαός μας, αν εμείς οι πολιτικοί δεν πάρουμε τις αποφάσεις που πρέπει.
Πολλοί Έλληνες βρίσκονται σε απόγνωση με αυτά που συμβαίνουν. Η αγανάκτηση γίνεται οργή. Ψάχνουν για τους λόγους, ψάχνουν για τους υπεύθυνους. Και τα περισσότερα Μέσα Ενημέρωσης τζογάρουν, τζογάρουν πράγματι, πάνω στην οργή του κόσμου, για λίγες μονάδες παραπάνω σε τηλεθέαση ή ακροαματικότητα, ή ακόμα και για σκοπιμότητες.
Ο κάθε τυχάρπαστος έχει βρει ένα μικρόφωνο, για να λέει ό,τι του κατέβει, δυστυχώς, σε μια ώρα ευθύνης για τη χώρα. Και την ίδια ώρα, οι Ευρωπαίοι συντηρητικοί συνεχίζουν να μην έχουν καταλάβει τίποτα για το βάθος και την ουσία των προβλημάτων μας και θεωρούν το πρόβλημα «ελληνικό».
Κι όμως, παρά ταύτα, είναι η δική μας ώρα να καλέσουμε τον Ελληνικό λαό. Να καλέσουμε τον Ελληνικό λαό, να αντέξουμε μαζί και κοντά του στη δύσκολη αυτή μετάβαση και να μιλήσουμε ειλικρινά στον κόσμο, όσο κι αν αυτή η ειλικρίνεια, πολλές φορές, είναι και δύσκολη.
Πόσο ακόμα να αντέξουμε; Ρωτάνε οι πολίτες, οι φίλοι μας, παντού, όπου βρισκόμαστε. Δεν αντέχουμε άλλο, μας λένε. Και εγώ τους απαντώ: πρέπει να αντέξουμε, όση οργή και να κουβαλάμε μέσα μας, πρέπει να αντέξουμε. Να σφίξουμε για μια ακόμα φορά τα δόντια. Και αυτό είναι το πατριωτικό μας καθήκον. Με το βλέμμα πάνω στον συνάνθρωπό μας, αλλά και μπροστά, για μια Ελλάδα διαφορετική, αυτή την Ελλάδα που μπορούμε και θέλουμε να φτιάξουμε.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι δεν θα υπάρξουν συνέπειες, αν δεν πάρουμε ξανά αυτές τις αποφάσεις που πρέπει. Ότι όπως υποφέρουμε σήμερα, έτσι θα υποφέρουμε και τότε.
Δυστυχώς, δεν ξέρουν τι λένε. Είμαστε έτοιμοι, αγαπητοί συνάδελφοι, να το παίξουμε αυτό στα ζάρια; Να παίξουμε με τη μοίρα της χώρας και του λαού μας, για να δούμε εάν η χρεοκοπία, η πραγματική χρεοκοπία, είναι περίπου το ίδιο, με αυτό που ζούμε τώρα; Αυτή είναι η πολιτική μας θέση;
Συνάδελφοι, το είπα και στην προηγούμενη ομιλία μου. Η καταστροφή είναι μια εκδοχή θεωρητική, όσο την αποφεύγουμε και, μέχρι τώρα, την έχουμε αποφύγει. Ο πολίτης ζει τον πόνο και την θυσία, αλλά δεν έχει να τα συγκρίνει, παρά μόνο με την θεωρία, με μια θεωρητική χρεοκοπία, και όχι με την πραγματικότητα μιας τέτοιας εμπειρίας. Και όπως σας είπα, έχω ακούσει πολλούς Υπουργούς Εξωτερικών να λένε ότι, είναι πολιτικά άχαρο να προλαβαίνεις μια πολεμική σύγκρουση, γιατί κανένας δεν το αναγνωρίζει αυτό, αφού η σύγκρουση ποτέ δεν υπήρξε. Ενώ εκείνοι που λύνουν συγκρούσεις, παίρνουν και Νομπέλ.
Οι καταστροφές, όμως, έχουν περισσότερα θύματα από την πρόληψη. Και εμείς προλάβαμε. Προλάβαμε να μην υπάρξουν τα πολλά θύματα, βάζοντας πολιτική πλάτη στη χώρα. Εμείς το κάναμε, το ΠΑΣΟΚ το έκανε. Και πρέπει να είμαστε περήφανοι γι’ αυτές τις ευθύνες που εμείς αναλάβαμε, όταν κανένας άλλος δεν μπόρεσε, δεν ήθελε, δεν τόλμησε και δεν είχε το θάρρος να τις αναλάβει.
Δεν δικαιούμαστε τώρα να κάνουμε πίσω, όσο κι αν μας πονάει. Είναι προτιμότερο ο πολίτης να μας κατηγορεί για όσα ζει, παρά να ζήσει την πραγματική καταστροφή.
Και οι επιλογές μας είναι δύο: ή η απόφασή μας, που είναι δύσκολη, με πόνο, αλλά με παρρησία, για τη συμφωνία μας με τους εταίρους μας - όσο κι αν αυτοί, με τα λεγόμενά τους, μας έχουν πικράνει, αλλά που είναι, τελικά, μια συμφωνία - ή η επιλογή της χρεοκοπίας, της εξόδου από το ευρώ, της δραχμής, της φτώχειας και της εξαθλίωσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Εδώ και πολύ καιρό, αλλά την τελευταία περίοδο με πολύ μεγαλύτερη ένταση, δεχόμαστε όλοι μας μεγάλες πιέσεις. Ακόμα και αήθεις επιθέσεις. Οι ίδιοι άνθρωποι, που προσπαθούν με νύχια και με δόντια να μας αποδομήσουν, για να καταστήσουν τα κόμματα αδύναμα πολιτικά μορφώματα, ευάλωτα στις διαθέσεις τους, προβάλλουν το δήθεν ενδιαφέρον τους για το ΠΑΣΟΚ.
Δύο χρόνια τώρα, ακούω να λένε τα χειρότερα για μένα. Δεν υπάρχει κάτι για το οποίο να μην φταίω. Τους ενημερώνω: γνωρίζω και γνωριζόμαστε όλοι σ’ αυτό τον τόπο. Γνωρίζω περισσότερο από αυτούς, πώς γίνεται μια διαπραγμάτευση. Με σοβαρότητα, τεκμηριωμένα, υπεύθυνα. Ούτε με ψευτομαγκιές, ούτε με κορώνες. Και ήταν συνειδητή η επιλογή μου, να αποφύγω τις όποιες δηλώσεις τις τελευταίες ημέρες και ενώ συνεχίζονταν οι διαπραγματεύσεις.
Το θέμα δεν ήταν ποιος θα κερδίσει επικοινωνιακά, αλλά να κερδίσει η πατρίδα. Ο Ελληνικός λαός.
Ο αγώνας δεν είναι απέναντι σε κατασκευασμένους εχθρούς για εσωκομματική κατανάλωση. Ο αγώνας για την πατρίδα δίνεται σήμερα και όχι αύριο, εκεί όπου πρέπει, με τον τρόπο που πρέπει. Τελεία και παύλα!
Τώρα τελευταία, ανακάλυψαν και κάτι ακόμα: ότι ενορχηστρώνω και κίνημα εναντίον του ΠΑΣΟΚ! Ενώ είναι εκείνοι που αρέσκονται στις ενορχηστρώσεις και τις εύκολες λασπολογίες. Λένε ότι, εν γνώσει μου, κάποιοι ομιλούν και πράττουν εξ ονόματός μου.
Λοιπόν, κανείς δεν δικαιούται να πράττει και να ομιλεί εξ ονόματός μου! Ο καθένας μιλά για τον εαυτό του, υπεύθυνα βεβαίως. Κάποιοι, είτε δεν με γνωρίζουν φαίνεται, είτε θέλουν να μην το παραδέχονται.
Σε ό,τι μας αφορά, αυτές τις ώρες, είναι αυτονόητη η ανάληψη των ευθυνών που αναλογούν στον καθένα από εμάς. Στον καθένα μας. Ανθρωπίνως, είναι όλα κατανοητά. Και όλοι συμμεριζόμαστε τις δυσκολίες που ο καθένας μας έχει. Τα προβλήματα συνείδησης. Όλα τα κατανοώ. Αλλά έχουμε μια επιλογή να κάνουμε. Και στην πολιτική, οι επιλογές δεν είναι μεταξύ του θεωρητικού οραματικού, αλλά είναι μεταξύ των καλύτερων εφικτών λύσεων, που ανοίγουν βέβαια το δρόμο για αλλαγές, οράματα και προοπτικές.
Γι’ αυτό, όλα τα κατανοώ. Θέλω, όμως, να έχουμε μεταξύ μας καθαρές σχέσεις, όποιες κι αν είναι οι απόψεις του καθενός μας. Όποιες κι αν είναι οι θέσεις μας, η στάση που επιλέγουμε.
Η πατρίδα, ζητά να υπερβούμε τους εαυτούς μας. Το ξέρω, είναι επώδυνο, γιατί κάποιες αποφάσεις πλήττουν αδύναμους πολίτες, γιατί κάποιες αποφάσεις εκπορεύονται από μια συντηρητική Ευρώπη, που αλλιώς κατανοεί τι σημαίνει ανταγωνιστικότητα, ανάπτυξη ή δικαιοσύνη.
Συμπολίτες μας, που δεν ευθύνονται για την κατάσταση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, πλήττονται. Εδώ, όμως, μιλάμε για μια εθνική υπόθεση, μιλάμε για ψήφο εθνικής σημασίας. Έχουμε χρέος να αντιμετωπίσουμε τις περιστάσεις με την υπευθυνότητα, με το ήθος που αρμόζει στην παράταξή μας. Και αυτό είναι που μας κάνει διαφορετικούς, αυτό είναι που μας διακρίνει.
Σήμερα, ίσως με μια αμηχανία, ένα ερώτημα και, πολλές φορές, με την οργή του Ελληνικού λαού, αλλά με μια σίγουρη δικαίωση αύριο, αν εμείς σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Όχι για εμάς, αλλά για τον Ελληνικό λαό και την πατρίδα μας.
Γι’ αυτό, πρέπει να είμαστε ενωμένοι, να είμαστε όλοι μια γροθιά. Δεν πρέπει να δεχθούμε και δεν θα δεχθούμε ενδοπαραταξιακούς διαχωρισμούς.
Είμαστε όλοι ευαίσθητοι, γιατί πρώτα απ’ όλα είμαστε όλοι υπεύθυνοι.
Όλοι κατανοούμε τις θυσίες που κάνουν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, γιατί έχουμε την ίδια ευαισθησία.
Δεν έχουμε την πολυτέλεια να θέσουμε σε κίνδυνο την προσπάθεια που κάνουμε, για να προστατεύσουμε την πορεία της χώρας, το μέλλον του λαού μας.
Δεν έχουμε δικαίωμα να θέσουμε σε κίνδυνο τις θυσίες των Ελλήνων.
Δεν έχουμε δικαίωμα να δώσουμε τον παραμικρό χώρο σε άλλες επιλογές.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αυτά είναι τα διακυβεύματα.
Αυτή είναι η ευθύνη μας.
Και σας καλώ όλους, να αναλογισθείτε αυτή την ευθύνη πολύ σοβαρά.
Είμαι σίγουρος ότι θα σταθμίσουμε όλοι μας τις ιστορικές ευθύνες που έχουμε και θα λάβουμε, για ακόμα μία φορά, τις σωστές για τον τόπο αποφάσεις.
Και θα πετύχουμε.
Ευχαριστώ πολύ.

3 σχόλια:

  1. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
    ΔΟΞΑΣΤΕ ΤΟΝ.........

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΒΡΕΙΤΕ ΚΑΙ ΔΕΙΤΕ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΟΥΛΙΟΥ " ΜΠΟΥΦΟΣ ".
    ΘΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΤΕ ΠΟΣΟ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΟ ΓΙΩΡΓΑΚΗ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.