Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Η "Μαγεία" του Παπαδιαμάντη

Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός


Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα θ’ αναπαύσει το πρόσωπο του μαρτυρίου (…)
(Οδυσσέας Ελύτης, Το Άξιον Εστίν ΙΑ΄)

Νιώθω μια ακατανίκητη έλξη αυτές τις ημέρες τις πασχαλινές από την «μαγεία του Παπαδιαμάντη» και σχεδόν ασυναίσθητα παίρνω ανά χείρας τα «Άπαντα» του και διαβάζω, τρίτη και τέταρτη φορά, ένα από τα λαμπριάτικα αριστουργήματα του. «Μέσα σ’ αυτά, που είναι ένα αληθινό περιβόλι γεμάτο αγνά ελληνικά τραγούδια, βρίσκει κανένας κι όλες τις μιζέριες που μας δέρνουνε και σήμερα, την καταραμένη και ντροπιασμένη ξενομανία, το ξίππασμα που νιώθουμε στο να φαινόμαστε κοσμοπολίτες, την καταφρόνεσή μας στους σεμνούς ανθρώπους και την τσιγκουνιά μας να τους ανακουφίσουμε, δίνοντας τους έστω και μια σταλαγματιά με την άκρη του δαχτύλου μας, την πρεμούρα που έχουμε στο να κρίνουμε τα πάντα «από τρίποδος» σαν την Πυθία ή καλύτερα «από τετράποδος» και πολλά άλλα».

Τα λόγια ανήκουν στον Φώτη Κόντογλου, στο άλλο «πετεινό του ουρανού» που όσο ζούσε χτυπούσε αλύπητα τα μασκαραλίκια της εποχής του.
Στο διήγημα «Λαμπριάτικος Ψάλτης» του μεγάλου μας Σκιαθίτη, βρήκα κάτι το οποίο μου προξένησε μεγάλη εντύπωση, μια φράση – παρακαταθήκη, που έκτοτε προσπαθώ να την ακολουθώ. «Δύναται να δημοσιεύης», έγραφε ο Παπαδιαμάντης, «εν ημέραις εορτών διηγήματα ή περιγραφάς χωρίς να κάμνης ποσώς λόγον περί των Χριστουγέννων και του Πάσχα;».
Μπορείς, λέει, να δημοσιεύεις να γράφεις άρθρα (γιατί, σήμερα, διηγήματα άξια μνείας και λόγου κανείς Έλληνας λογοτέχνης και λογοτεχνίσκος δεν «δύναται» να γράψει), χωρίς να αναφερθείς «ποσώς» περί των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Ο Παπαδιαμάντης βέβαια αντλούσε το υλικό του από το χρυσοφόρο μεταλλείο των παιδικών του αναμνήσεων, «ενεπνεύσθην από τας αναμνήσεις μου και τα αισθήματά μου, τα οποία θέλγουσι και συγκινούσι εμέ αυτόν, ίσως και ολίγους εκλεκτούς φιλανανγνώστας». Γιος του εφημέριου παπα- Αδαμάντιου Εμμανουήλ (το παιδί του παπα – Διαμαντή έγινε ο δοξασμένος Παπαδιαμάντης) μεγαλώνει «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου»,  βιώνει την ασκητική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας για να γίνει αυτός που αργότερα θα «ψέλνει τα τραγούδια του Θεού», όπως του είπε μαγεμένη η μικρή Αγγελικούλα σε κάποιο πασχαλινό τραπέζι.
Πόσες μεγαλόσχημες πένες θα κάνουν λόγο αυτές τις ημέρες του Πάσχα στο κοσμοσωτήριο γεγονός της Ανάστασης του Χριστού; Λέτε να ασχοληθεί ο κύριος Πρετεντέρης, ο κύριος Θέμος Αναστασιάδης, ο κύριος «μ», το πολύ πολύ να ειρωνευτούν και να σχολιάσουν «απαξιωτικώς» (πολύ έγινε της μόδας η ταλαίπωρη αυτή λέξη) τον απλό και ανώνυμο λαό που συρρέει στις εκκλησίες , για να «συναισθανθεί εν τη καρδία αυτού την υψηλήν ταύτην μέθην» της Αναστάσεως του Χριστού.
«Το επ’ εμοί, εν όσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω, ιδίως κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος  την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά έθη». Ποιος λογοτέχνης του τύπου «ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα» θα μπορούσε να επαναλάβει σήμερα το «εν όσω ζω… δεν θα παύσω να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου;». Ελλοχεύει ο κίνδυνος να τον χαρακτηρίσει η αφελληνισμένη μάνδρα των προοδευτικών, ως σκοταδιστή και θρησκόληπτο, οπότε η κυκλοφοριακή επίδοση των έντυπων σκουπιδιών μειώνεται.
«να παύση» έγραφε το 1896 ο Παπαδιαμάντης, «η συστηματική περιφρόνησις της θρησκείας εκ μέρους των πολιτικών ανδρών». Πόσοι πολιτικοί της σήμερον προσέρχονται κατά «τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας» του Πάσχα, στην Εκκλησία, όχι ως επώνυμοι «διαφεντευτάδες», δέκα λεπτά προ του τέλους της ακολουθίας, αλλά ως ανώνυμο εκκλησίασμα; Ο Καποδίστριας, ο πρώτος και τελευταίος Έλληνας κυβερνήτης της Ελλάδας, δολοφονήθηκε έξω από τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, στις επτά το πρωί ημέρα Κυριακή. Πήγαινε στην Θεία Λειτουργία με την «πρώτη καμπάνα». Ποιος κυβερνήτης της σήμερον θα μπορούσε να επαναλάβει τα λόγια του Καποδίστρια: «Αν η παρούσα γενεά δεν ενδυναμωθεί από ανθρώπους μορφωμένους εν καλή διδασκαλία, και μάλιστα προς τον κανόνα της αγίας ημών πίστεως και των ηθών μας, θα είναι δυσοίωνο το μέλλον της Ελλάδος και η διακυβέρνησή της αδύνατη». (Ιω. Τσάγκα, «Η ορθόδοξη χριστιανική αγωγή στο εκπαιδευτικό έργο του Καποδίστρια», εκδ. «Αφών Κυριακίδη», σελ. 174). Να διακρίνει ο λαός, να ξεχωρίσει αυτούς που «ασπάζονται και εγκολπώνονται τας εθνικάς παραδόσεις», αυτούς που είναι προστάτες και όχι διώκτες της θρησκείας μας, αυτούς που τιμούν «τα πάτρια» και αυτούς να ψηφίζει. Τους άλλους «τους υλιστάς και πιθηκίζοντας, τους διαφθείραντας το φρόνημα και εκφυλίσαντας σήμερον το έθνος» να τους περιφρονήσει και να τους στερήσει από τα παχυλά προνόμια που αποαλαμβάνουν. (Τα εντός εισαγωγικών κείμενα ανήκουν όλα στον Παπαδιαμάντη).
Στο διήγημά του «εξοχική Λαμπρή» ο Παπαδιαμάντης περιγράφει την ευλογημένη απλοϊκότητα κάποιων ιεροψαλτών, αγράμματων μεν, αλλά ανθρώπων που μοσκοβολούσε τη αγαθότητά τους σαν το Τίμιο Ξύλο: «Ο μπαρμπα Κίτσος αφού ησπάσθη τρις ή τετράκις την τσότραν, ήρχισε να ψάλλη το Χριστός Ανέστη κατ’ ιδιάζοντα αυτώ τρόπον ως εξής:
Κ’ στο – μπρε- Κ’ στος ανέστη
εκ νεκρών θανάτων
θάνατον μπατήσας
κι’ εντοις – έτοις μνήμασι
ζωήν παμμακάριστε.
Και όμως, μεσ’ όλην την ιδιορρυθμίαν ταύτην, ουδείς ποτέ έψαλεν ιερόν άσμα μετά πλείονος χριστιανικού αισθήματος και ενθουσιασμού, εξαιρουμένου ίσως του γνωστού εν Αθήναις γηραιού και σεβασμίου Κρητός, του ψάλλοντος το «Άλαλα τα χείλη των ασεβών….», με την εξής προσθήκην:
«Άλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, οι κερατάδες! Την εικόνα σου την σεπτήν…»
Αληθείς Ορθόδοξοι Έλληνες».
Επίλογος: Σε ένα μικρό – σχεδόν ελάχιστο - αφήγημα που έγραψε το 1907, υπό τον περίεργο τίτλο «Η κάλτσα της Νώενας» υπάρχει, σαν καταληκτική, η καταπληκτική ερωτηματική φράση: «Έως πότε θα είμεθα αχαρακτήριστοι Γραικύλοι;»
Ιδού, λοιπόν, το πολιτικό μας πρόβλημα, όπως το έθεσε τότε και για τώρα ο Παπαδιαμάντης. Γιατί το ερώτημα τούτο παραμένει και τώρα επίκαιρο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.